Συναδέλφισσες και συνάδελφοι καλησπέρα,
Θα ήθελα κι’ εγώ με τη σειρά μου να χαιρετίσω τις εργασίες του 23ου Πανελλαδικού συνεδρίου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων και παράλληλα να ευχαριστήσω όλους αυτούς που αγωνίστηκαν για την καθιέρωση του συνδικαλισμού στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, έτσι ώστε να μπορώ εγώ να βρίσκομαι αυτή τη στιγμή στο βήμα και να καταθέτω τις απόψεις μου. Θα ήθελα όμως να με συγχωρήσετε για τον «ξύλινο λόγο» που δε θα χρησιμοποιήσω, γιατί τα λόγια που θέλω να σας πω είναι λόγια καρδιάς.
Ασχολούμαι με το συνδικαλισμό από την πρώτη μέρα ένταξής μου στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, γιατί πιστεύω στις ιδέες που πρεσβεύει. Με σημαντικότερες απ’ αυτές την έννοια της δικαιοσύνης και της ίσης μεταχείρισης του αστυνομικού υπαλλήλου σε σχέση με υπαλλήλους άλλου κλάδου.
Με λύπη μου όμως παρατηρώ ότι η μεγάλη ιδέα του συνδικαλισμού, που τόσο πολύ αγάπησα και αγαπώ, βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε μία στάσιμη πορεία. Μοιραία όμως η στασιμότητα οδηγεί στην παρακμή.
Σκοπός της σημερινής μου τοποθέτησης είναι η αφύπνιση όλων των νέων συναδέλφων μέσα στους οποίους εντάσσομαι κι’ εγώ. Ελπίζω απευθυνόμενη σ’ αυτούς σήμερα, ν’ αφυπνιστούν και να συσπειρωθούν περισσότερο ενεργά στα σωματεία τους, με αγωνιστικότητα - διεκδίκηση, διότι με την παθητική, μοιρολατρική μας στάση και αδιαφορία, εκχωρήσαμε το δικαίωμα ν’ αποφασίζουν άλλοι για εμάς χωρίς εμάς.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα;
Την ίδια στιγμή που οι παλαιότεροι από εμάς συνάδελφοι είναι σε θέση και έχουν την πολυτέλεια να συζητούν αν θα βγουν στη σύνταξη στα 24 ή στα 27 χρόνια υπηρεσίας τους, ή αν θα πάρουν όλο το ΕΦΑΠΑΞ τους, και τι ποσό ακριβώς θα τους περικοπεί, εμείς να εργαζόμαστε για 40 έτη ασφάλισης ή με όριο το 60ο έτος της ηλικίας μας, και με ταυτόχρονη σύνδεση με το προσδόκιμο ζωής, που αύριο μπορεί να γίνει 50 έτη ασφάλισης και 70 έτη αντίστοιχα. Με «Βαλκανικούς» μισθούς σε όλη τη διάρκεια του εργασιακού μας βίου και με συντάξεις πείνας. Να σας θυμίσω σ’ αυτό το σημείο την ένταξη των νέων συναδέλφων στο ΙΚΑ, με βασική σύνταξη του ΟΓΑ, που ανέρχεται στο «τεράστιο» ποσό των 360 Ευρώ συν τις αναλογικές εισφορές, και με Ταμεία άδεια που στο μέλλον δε θα μπορέσουν να μας επιστρέψουν ούτε καν τις εισφορές μας. Στο ΕΦΑΠΑΞ που επρόκειτο να πάρουμε δε θέλω ούτε καν να αναφερθώ. Γιατί πολύ φοβάμαι ότι δε θα υπάρχει ΕΦΑΠΑΞ για εμάς. Μακάρι οι εξελίξεις να με διαψεύσουν.
Ταυτόχρονα παρατηρούμε με απάθεια να προτείνονται αυξήσεις στις τακτικές εισφορές, με τριπλασιασμό στις βαθμολογικές-μισθολογικές μας προαγωγές, ώστε οι παλιοί ασφαλισμένοι – αποστρατευόμενοι συνάδελφοι μας, να μη λάβουν λιγότερα από τις ήδη ψαλιδισμένες συνταξιοδοτικές τους παροχές (όπως για παράδειγμα η αύξηση της εισφοράς στο Μ.Τ.Σ. κατά 25% κ.τ.λ).
Αλήθεια…. Έτσι πρέπει να είναι θεσμοθετημένη η αλληλεγγύη των γενεών;
Αναλογισθείτε, αναρωτηθείτε και ξυπνήστε !
Σε τι έφταιξε η δική μας γενιά ώστε να πληρώσει μόνη, και για όλη της τη ζωή, το τίμημα των μνημονίων που μας επέβαλαν; Εκτός αν θέλετε να περιμένουμε τους όρους της επόμενης δόσης, όπου ενδεχόμενα με καινούριες περικοπές να ζητήσουν να μας «ευνουχίσουν» με υποχρεωτικό στρατωνισμό στους θαλάμους των αστυνομικών καταστημάτων και συσσίτια στα κοινωνικά παντοπωλεία. Γιατί ο μισθός μας δε θα φτάνει όχι απλά για το ρεύμα και το νοίκι μας, αλλά ούτε καν για την τροφή μας. Οι δανειστές της χώρας, μας οδηγούν στην απαξίωση, μας στέρησαν το χαμόγελο και την αισιοδοξία, γκρεμίζοντας μας τη δυνατότητα δημιουργίας οικογένειας. Δεν πρέπει να αφήσουμε να μας αντιμετωπίζουν ως άβουλα όντα, χρησιμοποιώντας μας κυρίως για την αντιμετώπιση διαμαρτυριών – κινητοποιήσεων του λαού μας, που δοκιμάζεται με φτώχεια, μιζέρια κι’ εξαθλίωση. Μετατρέποντας μας μοιραία σ’ ένα «σάκο του μποξ».
Η διασφάλιση της επαγγελματικής και κοινωνικής μας αξιοπρέπειας, είναι θέμα αγώνα. ΜΟΝΙΜΟΥ ΑΓΩΝΑ!
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας αναφέρω μερικά από τα λόγια ενός μεγάλου συγγραφέα. του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι :
«Την πρώτη νύχτα πλησιάζουνε και κλέβουν ένα λουλούδι από τον κήπο μας και δε λέμε τίποτε.
Τη δεύτερη νύχτα δεν κρύβονται πλέον.
Περπατούνε στα λουλούδια μας, σκοτώνουν το σκυλί μας, και δε λέμε τίποτε.
Ώσπου μια μέρα, την πιο διάφανη απ’ όλες, μπαίνουν άνετα στο σπίτι μας, ληστεύουν το φεγγάρι μας, γιατί ξέρουνε το φόβο μας που πνίγει τη φωνή στο λαιμό μας.
Κι’ επειδή δεν είπαμε τίποτε, πλέον δεν μπορούμε να πούμε τίποτε...»
Σας ευχαριστώ πολύ!
Θα ήθελα κι’ εγώ με τη σειρά μου να χαιρετίσω τις εργασίες του 23ου Πανελλαδικού συνεδρίου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων και παράλληλα να ευχαριστήσω όλους αυτούς που αγωνίστηκαν για την καθιέρωση του συνδικαλισμού στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, έτσι ώστε να μπορώ εγώ να βρίσκομαι αυτή τη στιγμή στο βήμα και να καταθέτω τις απόψεις μου. Θα ήθελα όμως να με συγχωρήσετε για τον «ξύλινο λόγο» που δε θα χρησιμοποιήσω, γιατί τα λόγια που θέλω να σας πω είναι λόγια καρδιάς.
Ασχολούμαι με το συνδικαλισμό από την πρώτη μέρα ένταξής μου στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, γιατί πιστεύω στις ιδέες που πρεσβεύει. Με σημαντικότερες απ’ αυτές την έννοια της δικαιοσύνης και της ίσης μεταχείρισης του αστυνομικού υπαλλήλου σε σχέση με υπαλλήλους άλλου κλάδου.
Με λύπη μου όμως παρατηρώ ότι η μεγάλη ιδέα του συνδικαλισμού, που τόσο πολύ αγάπησα και αγαπώ, βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε μία στάσιμη πορεία. Μοιραία όμως η στασιμότητα οδηγεί στην παρακμή.
Σκοπός της σημερινής μου τοποθέτησης είναι η αφύπνιση όλων των νέων συναδέλφων μέσα στους οποίους εντάσσομαι κι’ εγώ. Ελπίζω απευθυνόμενη σ’ αυτούς σήμερα, ν’ αφυπνιστούν και να συσπειρωθούν περισσότερο ενεργά στα σωματεία τους, με αγωνιστικότητα - διεκδίκηση, διότι με την παθητική, μοιρολατρική μας στάση και αδιαφορία, εκχωρήσαμε το δικαίωμα ν’ αποφασίζουν άλλοι για εμάς χωρίς εμάς.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα;
Την ίδια στιγμή που οι παλαιότεροι από εμάς συνάδελφοι είναι σε θέση και έχουν την πολυτέλεια να συζητούν αν θα βγουν στη σύνταξη στα 24 ή στα 27 χρόνια υπηρεσίας τους, ή αν θα πάρουν όλο το ΕΦΑΠΑΞ τους, και τι ποσό ακριβώς θα τους περικοπεί, εμείς να εργαζόμαστε για 40 έτη ασφάλισης ή με όριο το 60ο έτος της ηλικίας μας, και με ταυτόχρονη σύνδεση με το προσδόκιμο ζωής, που αύριο μπορεί να γίνει 50 έτη ασφάλισης και 70 έτη αντίστοιχα. Με «Βαλκανικούς» μισθούς σε όλη τη διάρκεια του εργασιακού μας βίου και με συντάξεις πείνας. Να σας θυμίσω σ’ αυτό το σημείο την ένταξη των νέων συναδέλφων στο ΙΚΑ, με βασική σύνταξη του ΟΓΑ, που ανέρχεται στο «τεράστιο» ποσό των 360 Ευρώ συν τις αναλογικές εισφορές, και με Ταμεία άδεια που στο μέλλον δε θα μπορέσουν να μας επιστρέψουν ούτε καν τις εισφορές μας. Στο ΕΦΑΠΑΞ που επρόκειτο να πάρουμε δε θέλω ούτε καν να αναφερθώ. Γιατί πολύ φοβάμαι ότι δε θα υπάρχει ΕΦΑΠΑΞ για εμάς. Μακάρι οι εξελίξεις να με διαψεύσουν.
Ταυτόχρονα παρατηρούμε με απάθεια να προτείνονται αυξήσεις στις τακτικές εισφορές, με τριπλασιασμό στις βαθμολογικές-μισθολογικές μας προαγωγές, ώστε οι παλιοί ασφαλισμένοι – αποστρατευόμενοι συνάδελφοι μας, να μη λάβουν λιγότερα από τις ήδη ψαλιδισμένες συνταξιοδοτικές τους παροχές (όπως για παράδειγμα η αύξηση της εισφοράς στο Μ.Τ.Σ. κατά 25% κ.τ.λ).
Αλήθεια…. Έτσι πρέπει να είναι θεσμοθετημένη η αλληλεγγύη των γενεών;
Αναλογισθείτε, αναρωτηθείτε και ξυπνήστε !
Σε τι έφταιξε η δική μας γενιά ώστε να πληρώσει μόνη, και για όλη της τη ζωή, το τίμημα των μνημονίων που μας επέβαλαν; Εκτός αν θέλετε να περιμένουμε τους όρους της επόμενης δόσης, όπου ενδεχόμενα με καινούριες περικοπές να ζητήσουν να μας «ευνουχίσουν» με υποχρεωτικό στρατωνισμό στους θαλάμους των αστυνομικών καταστημάτων και συσσίτια στα κοινωνικά παντοπωλεία. Γιατί ο μισθός μας δε θα φτάνει όχι απλά για το ρεύμα και το νοίκι μας, αλλά ούτε καν για την τροφή μας. Οι δανειστές της χώρας, μας οδηγούν στην απαξίωση, μας στέρησαν το χαμόγελο και την αισιοδοξία, γκρεμίζοντας μας τη δυνατότητα δημιουργίας οικογένειας. Δεν πρέπει να αφήσουμε να μας αντιμετωπίζουν ως άβουλα όντα, χρησιμοποιώντας μας κυρίως για την αντιμετώπιση διαμαρτυριών – κινητοποιήσεων του λαού μας, που δοκιμάζεται με φτώχεια, μιζέρια κι’ εξαθλίωση. Μετατρέποντας μας μοιραία σ’ ένα «σάκο του μποξ».
Η διασφάλιση της επαγγελματικής και κοινωνικής μας αξιοπρέπειας, είναι θέμα αγώνα. ΜΟΝΙΜΟΥ ΑΓΩΝΑ!
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας αναφέρω μερικά από τα λόγια ενός μεγάλου συγγραφέα. του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι :
«Την πρώτη νύχτα πλησιάζουνε και κλέβουν ένα λουλούδι από τον κήπο μας και δε λέμε τίποτε.
Τη δεύτερη νύχτα δεν κρύβονται πλέον.
Περπατούνε στα λουλούδια μας, σκοτώνουν το σκυλί μας, και δε λέμε τίποτε.
Ώσπου μια μέρα, την πιο διάφανη απ’ όλες, μπαίνουν άνετα στο σπίτι μας, ληστεύουν το φεγγάρι μας, γιατί ξέρουνε το φόβο μας που πνίγει τη φωνή στο λαιμό μας.
Κι’ επειδή δεν είπαμε τίποτε, πλέον δεν μπορούμε να πούμε τίποτε...»
Σας ευχαριστώ πολύ!